Χάρης Βάρβογλης
Οι πυρηνικοί αντιδραστήρες είναι μια «καθαρή» πηγή ενέργειας, υπό την έννοια ότι δεν εκπέμπουν διοξείδιο του άνθρακα και άλλους ρύπους που μολύνουν την ατμόσφαιρα. Λειτουργούν με τη διάσπαση μεγάλων ατόμων -κυρίως ουρανίου- σε μικρότερα, διεργασία που απελευθερώνει μεγάλα ποσά ενέργειας.
Η ενέργεια αυτή μετατρέπει το νερό που περιβάλλει τον αντιδραστήρα σε ατμό, ο οποίος κινεί μία τουρμπίνα συνδεδεμένη με τη γεννήτρια του ηλεκτρικού ρεύματος.
Ο ρυθμός της διάσπασης, και άρα της παραγωγής ενέργειας, ρυθμίζεται από τη θέση ράβδων γραφίτη, που είναι τοποθετημένες ανάμεσα στις ράβδους του ουρανίου. Αλλά αυτοί οι «καθαροί» αντιδραστήρες έχουν πάντα το σοβαρότατο κίνδυνο διαρροής ραδιενέργειας, που είναι αδιαμφισβήτητα πολύ πιο βλαπτική από το διοξείδιο του άνθρακα των ορυκτών καυσίμων.
Γνωστά παραδείγματα τέτοιων σοβαρών ατυχημάτων είναι τα γεγονότα στο Νησί των Τριών Μιλίων στην ανατολική ακτή των ΗΠΑ και στη Φουκουσίμα της Ιαπωνίας. Για το λόγο αυτόν στους πυρηνικούς αντιδραστήρες γίνονται συχνά ασκήσεις για την αντιμετώπιση επικίνδυνων καταστάσεων.
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 25ης Απριλίου 1986 άρχισε μια τέτοια άσκηση στον αντιδραστήρα 4 του πυρηνικού εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας κοντά στην πόλη Chernobyl της Ουκρανίας.
Η διαδικασία αυτή είναι αργή και διαρκεί πολλές ώρες. Μια σειρά από συμπτώσεις και ατυχείς αποφάσεις οδήγησαν μια μέρα μετά, τις πρώτες πρωινές ώρες της 26ης Απριλίου, σε απότομη αύξηση του ρυθμού διάσπασης.
Το αποτέλεσμα ήταν η έκλυση μεγάλων ποσών ενέργειας, η οποία προκάλεσε απότομη εξάτμιση του νερού του αντιδραστήρα, απότομη αύξηση της πίεσης και τελικά έκρηξη του συστήματος των σωληνώσεων.
Έτσι εκτέθηκαν στον ατμοσφαιρικό αέρα οι ράβδοι του ουρανίου και του γραφίτη. Αυτό είχε για συνέπεια την απελευθέρωση στην ατμόσφαιρα μεγάλων ποσοτήτων ραδιενεργών υλικών από τις ράβδους ουρανίου, η οποία επιτάθηκε από την ανάφλεξη των ράβδων του γραφίτη. Από εκείνη τη στιγμή τα ραδιενεργά υλικά άρχισαν να μολύνουν το περιβάλλον, ακολουθώντας τη φορά των ανέμων που έπνεαν στην περιοχή.
Η πρώτη χώρα στην οποία έφθασε το ραδιενεργό νέφος, δύο μέρες μετά, ήταν η Σουηδία, όπου διαπιστώθηκε ότι τα επίπεδα ραδιενεργού ακτινοβολίας άρχισαν να αυξάνονται απότομα.
Αυτό προκάλεσε διεθνή αναστάτωση και υποχρέωσε τη Σοβιετική Ένωση να ανακοινώσει στις 28 Απριλίου 1986, μια μέρα σαν και σήμερα πριν από 33 χρόνια, το καταστροφικό αυτό πυρηνικό ατύχημα.
Ευτυχώς οι φόβοι για συνέπειες πολύ μεγάλης κλίμακας δεν επαληθεύθηκαν τελικά. Ο αντιδραστήρας καλύφθηκε με ένα κέλυφος από οπλισμένο σκυρόδεμα, για να περιοριστεί η περαιτέρω απελευθέρωση ραδιενεργού υλικού, και η γειτονική πόλη Pripyat εκκενώθηκε προληπτικά από τους 50.000 κατοίκους της. Οι άμεσοι θάνατοι από τη ραδιενέργεια ήταν περίπου 50.
Δέκα χρόνια μετά υπολογίστηκε ότι μόνο στην Ουκρανία είχαν συμβεί περίπου άλλοι 6.000 θάνατοι, που οφείλονταν στη μακροχρόνια επίδραση της ραδιενέργειας.
Το ραδιενεργό νέφος έφθασε μέχρι την Ελλάδα, όπου οι βροχοπτώσεις μετέφεραν τα ραδιενεργά υλικά στο έδαφος, από εκεί στα φυτά και τελικά στη διατροφική αλυσίδα. Τότε είχε προκληθεί μεγάλος πανικός, αλλά τελικά δεν φαίνεται, στατιστικά να υπήρξαν θανατηφόρες συνέπειες. Το ατύχημα του Chernobyl θεωρείται σήμερα το χειρότερο ατύχημα σε πυρηνικό σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 27-28 Απριλίου 2019